10 Ιουλίου 2013

το ασανσέρ και η ανάμνηση μιας ανάμνησης που θυμάται




    
    «Ξέρεις σ' αυτήν την οικοδομή έμενα κάποτε, τρία χρόνια μόνος και κάτι μήνες με τη μαμά σου», είπε την ώρα που έσπρωχνε την πόρτα της εισόδου, για ν’ ανοίξει. Κοίταξα τριγύρω, τοίχοι σκασμένοι εδώ, μαυρισμένοι εκεί, γωνίες βρώμικες, ξύλινη μπορντούρα ξεπερασμένη, πάτωμα με μωσαϊκό. Όλοι έρχονται και φεύγουν. Ποιος να ενδιαφερθεί; Ο καινούριος ανελκυστήρας είχε στριμωχτεί στα παλιά, λιγοστά μέτρα. Λιγοστά για λόγους δυνατοτήτων; Πρακτικότητας; Οικονομίας; Λόγω έλλειψης ανάγκης εντυπωσιασμού: «η οικοδομή διαθέτει συγχρόνου ανελκυστήρος»! 


    
   «Δεν είναι περίεργο να επιστρέφεις σ’ ένα κτίριο που είχες ζήσει πριν από τριάντα χρόνια;» τον ρώτησα, ενώ φανταζόμουν την εικόνα του να καθρεφτίζεται σ’ εκείνο το παλιό ασανσέρ μ’ ένα χαμόγελο, με μια κούραση ζωγραφισμένη, με μια λύπη ή μ’ έναν ενθουσιασμό. Το ίδιο σώμα, ξεθωριασμένο απ’ τον χρόνο, αλλά ο άνθρωπος είναι ο ίδιος? Μια ανάμνηση του αλλοτινού εαυτού αρκεί, για να βεβαιώσει ότι η ταυτότητα παραμένει ίδια, όταν εμφάνιση, σκέψεις, συναισθήματα, ακόμη και τα ίδια τα κύτταρα έχουν αλλάξει; Και η παραδοχή ότι εκείνη η ανάμνηση είχε κι αυτή μια ανάμνηση να θυμάται, που τώρα έχει ξεχαστεί, είναι απόδειξη αυτής της αδιατάρακτης συνέχειας.  

     
    «Μόνο!» μου απαντά με έντονο ύφος. Και σκέφτομαι ότι κάπως έτσι θα αισθανόμουν κι εγώ αν επέστρεφα στα σπίτια της εφηβείας, στα σπίτια της φοιτητικής ζωής. Θα ήμουν η ίδια, αλλά τόσο διαφορετική. Με είχα συγχωρήσει γι’ αυτήν την αδαή ελαφρότητα, γι’ αυτή την μοιραία αγνωμοσύνη; Εγώ ξέρω όσα εκείνη αγνοεί, ενώ θαυμάζει τη νεανική της ορμή στον καθρέφτη.


   «Μόνο τριάντα» συνεχίζει, καθώς ανοίγει την πόρτα άτσαλα και πετάγεται στον παραμελημένο διάδρομο. "Για τα χρόνια μιλά κι όχι για το συναίσθημα" σκέφτομαι με έκπληξη και απογοήτευση. Κι άλλη μια συζήτηση μένει στη μέση και μια ερώτηση πλανάται αναπάντητη στους διαδρόμους, όπου συναντώνται η τυφλή προσδοκία με την αδυσώπητη διάψευση και τις παλινδρομούσες στον χωροχρόνο αναμνήσεις.



“Remembering our past, carrying it around with us always, may be the necessary requirement for maintaining, as they say, the wholeness of the self. To ensure that the self doesn’t shrink, to see that it holds on to its volume, memories have to be watered like potted flowers, and the watering calls for regular contact with the witnesses of the past, that is to say, with friends. They are our mirror; our memory; we ask nothing of them but that they polish the mirror from time to time so we can look at ourselves in it.” ― Milan KunderaIdentity
****
Το να θυμόμαστε το παρελθόν μας, μεταφέροντάς το μαζί μας πάντοτε, ίσως είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να διατηρήσουμε, αυτό που αποκαλούν, ολότητα του εγώ. Για  να μην συρρικνωθεί το εγώ μας, για να διατηρήσουμε τον όγκο του, πρέπει να ποτίζουμε τις αναμνήσεις σαν τα λουλούδια στη γλάστρα, κι αυτό το πότισμα απαιτεί τακτική επαφή με τους μάρτυρες  του παρελθόντος δηλαδή με τους φίλους.


Αναφορές:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου